Παρασκευή 8 Φεβρουαρίου 2008

Του γκαντέμη ο καημός

Η σχέση μου με τον Μάστρο μου είναι η εξής: δεν θυμάται ακριβώς πώς με λένε, αλλά τα μούτρα μου τα θυμάται. Σε αυτό συνοψίζεται η σχέση μας . Μέχρι πρόσφατα.
Να εξηγήσω.

Οι συνθήκες εργασίας μου είναι οι εξής:
Πάω δουλειά σχεδόν τελευταία.
Φεύγω επίσης σχεδόν τελευταία.
Κατά τη διάρκεια της εργασίας μου, βγαίνω από το γραφείο τέσσερις φορές. Μια για να δει η προϊστάμενη μου τη δουλειά μου και να μου λύσει και καμιά απορία (αν μπορεί), μια για να βγάλω φωτοτυπίες, μια ασυνάρτητη που έχει να κάνει με κάποιο παράλογο καθήκον μου και μια για κατούρημα.

Δυο φορές τη βδομάδα βγαίνω και για να βάλω καφέ από την κοινή καφετιέρα (το ποσοστό σε σχέση με τις υπόλοιπες εξόδους το αφήνω να το βρει η Grande Axairefti).
Πώς γίνεται, σας ρωτώ πώς γίνεται τις τελευταίες τρεις φορές που έτυχε να βγω για το εν λόγω άθλημα, να με πετυχαίνει κάθε φορά στο διάδρομο ο Μάστρος με τον καφέ στο χέρι;;;;;;;

Επίσης, μια με δυο φορές την ημέρα, τυχαίνει να περάσει κάποιος συνάδελφος από το δικό μου γραφείο, ανευ λόγου, για πλάκα, να πουμε καμιά εξυπνάδα να περάσει η ώρα.
Πώς γίνεται την τελευταία φορά να έχει μόλις θρονιαστεί πάνω στο γραφείο μου συνάδελφος που περνάει μια φορά το μήνα, καπνίζοντας με πάθος τσιγάρο και να μπαίνει μέσα ο Μάστρος; ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ;;; Και γιατί ενώ εγώ εκείνη την ώρα χτυπούσαμε κι οι δυο τρελή υπερωρία το μόνο που να σχολιάζει να είναι «κι εγώ νόμιζα δουλεύατε τέτοια ώρα»; Πώς γίνεται ρε γαμώτο;

Επίσης δυο φορές τη βδομάδα (σε μεγάλα γλέντια, αλλιώς μια) παραγγέλνω κάτι να φάω από την καντίνα. Έτσι και σήμερα. Παράγγειλα μια ωραία, αφράτη, ζεστή σπανακόπιτα. (τα επίθετα είναι χάριν του ότι το κείμενο προσπαθεί να είναι ενδιαφέρον και ουδεμία σχέση έχουν με την ποιότητα της σπανακόπιτας από το κυλικείο της δουλειάς). Και ένα αχνιστό φλυτζάνι, μυρωδάτο καφέ (ΟΚ ήταν τσάι, υπερβολικά ελαφρύ και σχεδόν κρύο, τώρα τί κατάλαβες;) Πίνω μια γουλιά από το τσαγόκαφο και δαγκώνω ένα μεγααααααααααλο κομμάτι σπανακόπιτα, οπότε.... Τικ Τοκ. Χτυπάει η πόρτα. Εγώ απαντώ «μπε;» (ήταν ναι, αλλά ήμουν μπουκωμένη, remember;;) Η πόρτα μισανοίγει, βλέπω το κεφάλι του Μάστρου, προσπαθώ να μασήσω γρήγορα για να καταπιώ, ταυτόχρονα αρχίζω να σκάω χαμόγελ0, (χωρίς να αποκαλύπτω δόντια, αφού έτρωγα) ώσπου η πόρτα ανοίγει πια διάπλατα και το μόνο που θέλω είναι να διακτινιστώ. Κάπου μακριά κατά προτίμηση. Από την διάπλατη πόρτα μπαίνουν 6 άτομα, συγκεκριμένα, το επαγγελματικό φαν κλαμπ του Μιάλον Κουπέπι!!!
Με βλέπουν -την μπουκωμένη υπάλληλο- χαριτολογούν ότι με κόψανε στο διάλειμμα πάνω, μου δίνουν τα χέρια απανωτά, ο ένας διαδέχεται τον άλλο, μου χώνουν στα χέρια κάτι προεκλογικά φυλλάδια, εγώ μασώ, καταπίνω, σκουπίζομαι, χαμογελώ ,κάνω χειραψίες, προσεύχομαι να είναι όλα ένα ψέμα, και σίγουρα όλα τα πιο πάνω χωρίς τη συγκεκριμένη σειρά με την οποία αναγράφηκαν.

Ο δε Μάστρος, εξαφανίστηκε, χωρίς καν να με συστήσει, αλλά σίγουρα αυτή τη φορά θα το μάθει το όνομα μου.
Από τις ειδήσεις: «νεαρή υπάλληλος του Τάδε Τάδε Γραφείου, η δεσποινίς Τάδε Δείνα, βρέθηκε θρονιασμένη στο φεγγάρι. Όταν τη ρώτησαν πώς βρέθηκε εκεί, αυτή απλώς απάντησε ''με ευκολία''»

Και ερωτώ: ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ;;

Δεν υπάρχουν σχόλια: