Κυριακή 9 Αυγούστου 2009

«Στις φάμπρικες της Γερμανίας και στου Βελγίου τις στοές…»


Καλημέρα! ΟΚ, το ξέρω ότι μπορεί να μην το διαβάζετε μέρα, αλλά τώρα, εδώ που είμαι εγώ είναι πρωί. Απέναντί μου έχω ένα πάρκο που ακόμη δεν είμαι σίγουρη πού τελειώνει, γεμάτο δέντρα, γεμάτο «υγρό» πράσινο, εκείνο το πράσινο που θέλει νερό για να ριζώσει και να ανθίσει. Ένας τύπος με σορτσάκι πέρασε κάτω από το παράθυρό μου τρέχοντας, και όχι, δεν ξέχασε τα τσιγάρα στο αυτοκίνητο κι επιστρέφει να τα πάρει. Αυτός τρέχει για άσκηση. Είμαι στο κέντρο της πόλης και ακούω πουλάκια. Ο ουρανός είναι φωτεινός, απρόβλεπτος όμως. Κάθε λίγο κάτι παρέες από σύννεφα περνούν και κρύβουν τον ήλιο. Μπορεί να αποφασίσουν να μας βρέξουν, μπορεί και όχι.

Δεν είμαι στην Κύπρο. Κι αν όλα πάνε καλά, δεν θα είμαι εκεί (εδώ, για κάποιους από σας) για πολύ καιρό. Μου ακούγεται λίγο οξύμωρο: «αν όλα πάνε καλά, δεν θα είμαι εκεί». Οξύμωρο, γιατί άφησα πίσω πολλά, πώς μπορούν να είναι «όλα καλά»; Και γιατί ξέρω ότι θα μου λείψουν. Θα έρθει η στιγμή που θα λιγοστέψουν οι παλμοί μου και θα κάτσω σε μια πολυθρόνα, και ξαφνικά θα το νιώσω. Ότι μου λείπουν. Τώρα, με την τρέλα της μετακόμισης, δεν υπάρχει χώρος για τέτοιο συναίσθημα, δεν επιτρέπεται, αλλιώς δεν θα λειτουργήσεις, δεν θα οργανωθείς: όλα νέα, πολύ άγχος, ψάχνω σπίτι, καινούργια δουλειά, νέοι συνάδελφοι, πάλι άλλο γραφείο, αμάν αυτός ο παλαβόκαιρος, βρες το σούπερμάρκετ, ποιος θα σιδερώνει, με πονάει η μέση μου, το κεφάλι μου να δεις.

Ξέρω όμως ότι σε λίγο, μόλις πάψω να είμαι τουρίστας που δουλεύει θα αρχίσω να τα πεθυμώ: το σπιτάκι μου, το τρελό Τζαζούι μου που όλο και κάποιος βρισκόταν να του τη δώσει. Την ορτάνσια, που δεν ήθελα να την αφήσω -ναι, το ξέρω ότι απαγορεύεται η μεταφορά φυτών, αλλά δυο χρόνια την παρακαλούσα να ανθίσει και φέτος το αποφάσισε, αν κι όλοι μου λεγαν πως μόνο στα βουνά ανθεί, εκείνη όμως μου βγαλε κάτι πανέμορφα ροζ λουλούδια, κι εγώ την εγκατέλειψα, κατάλαβες. Τελικά ήρθα εδώ να ανακαλύψω ότι μάλλον είναι το εθνικό τους λουλούδι, υπάρχει παντού.

Δεν ξέρω, αν αντέχω να σκεφτώ πώς θα είναι, όταν θα μου αρχίσουν να μου λείπουν οι άνθρωποι που άφησα πίσω. Ούφφου. Αυτό το ποστ ξεκίνησε ως σύντομο πληροφοριακό μήνυμα ότι δεν έχω ψοφήσει σε κανέναν παγκάκι, κι ότι είμαι ζωντανή, και τελικά καταλήγει Ομήρου Οδύσσεια με κλάμα και οδυρμό από Καλημέρα Ζωή. Δεν θα το κάνω αυτό, γιατί αν αφήσω τον εαυτό μου να νιώσει θλίψη, αν αρχίσω να σκέφτομαι έναν-έναν τους αγαπημένους που δεν θα δω για πολύ καιρό, δεν είμαι σίγουρη ότι θα προλάβω να ανακάμψω μέχρι αύριο. Κι αύριο, πάω δουλειά.

Υ.Γ. Δεν είμαι σίγουρη ότι το πρόλαβα το παλιρροιακό κύμα