Παρασκευή 8 Ιανουαρίου 2010

Η ηλικία του νου μου

Πριν μερικές μέρες συνάντησα τη γιαγιά μου. Μου μιλούσε με τόση ζωντάνια κι ενθουσιασμό για ένα ταξίδι που έκανε, που σκέφτηκα, χαμογελώντας μέσα μου, ότι είναι σαν παιδάκι. Δεν είναι όμως. Τουλάχιστον, εξ όψεως. Η μάνα μου πάλι, όταν βρεθεί σε συγκεντρώσεις είναι η ψυχή της παρέας, θέλει να τραγουδούμε, να παίζουμε παιχνίδια, ακόμη κι εκεί που εγώ ίσως να την ήθελα πιο συγκρατημένη, πιο… κοντά στην ηλικία της.
Ένα άνθρωπο, συχνά τον κρίνουμε για αυτά που λέει ή κάνει, βάσει της ηλικίας του. "Μα είναι δυνατό να θέλει να αγοράσει τέτοιο αυτοκίνητο στην ηλικία του;" "Καλά, στην ηλικία της θυμήθηκε να πάει για μπάνιο στη θάλασσα, Δεκέμβρη μήνα;" «Στην ηλικία του έπρεπε να ήταν παντρεμένος με παιδιά».
Η κάθε ηλικία είναι στο μυαλό μας συνδεδεμένη με συγκεκριμένες δραστηριότητες, με συγκεκριμένες ανάγκες. Ένα μωρό, λένε, θέλει πολλή αγάπη. Ένας μεσήλικας δε θέλει; Ένας έφηβος είναι ανώριμος. Ξέρω τόσους που πέρασαν τα …άντα και είναι ακόμη ανώριμοι… Ο γέρος πρέπει να κάθεται σπίτι του. Σημαίνει θέλει να κάθεται σπίτι του ή μας βολεύει κάποτε αυτό;
Υπάρχει βέβαια κι η φράση κλισέ: «Είσαι όσο νιώθεις». Πόσων νιώθεις;
Είναι κάτι μέρες που νιώθω 80 χρονών (βάσει της θεωρίας «είσαι αυτό που φαίνεσαι»). Σέρνομαι, βαριέμαι να περπατήσω, δεν έχω όρεξη για τίποτα. Άλλες φορές βλέπω παιδικές μου φωτογραφίες και τις κοιτάω αποστασιοποιημένα, λες και πρόκειται για ένα παιδάκι που δεν το ξέρω, που δεν το γνώρισα ποτέ.
Υπάρχουν, όμως, κάποιες άλλες φορές… Περπατώ στο δρόμο. Με στόχο, με προορισμό. Ξαφνικά, σαν να βλέπω τον εαυτό μου απέξω: Κεφάλι ψηλά, χέρι δεξί μπρος, χέρι αριστερό πίσω, κι εναλλάξ, πόδια ίσια, στρατιωτάκι, στο μυαλό μου ο ρυθμός που μου έλεγε η μάνα μου για να περπατάμε γρήγορα, όταν ήμουν πέντε: «ένα δύο, εν δυο, ένα δύο, εν δυο». Βλέπω εκείνο το μωρό της φωτογραφίας, με το πρόσωπο όλο λαχτάρα να πετύχει το στόχο, να περπατάει μπρος, μπρος, μπρος. Α, εκεί ήσουν μικρή μου… Άρα όντως, κάποτε υπήρξες, κι ίσως κάπου υπάρχεις ακόμη.
Πριν μερικές μέρες μου είπε μια γνωστή του πατέρα μου, ότι τον είχε γνωρίσει όταν ήταν στην ηλικία μου. Ξέρεις τι σκέφτηκα; Α! Στα δεκαπέντε δηλαδή. Ξέρεις πόσο χρονών είμαι; Τριάντα ενός. Αλλά σκέφτηκα λες και ήμουν δεκαπέντε…
Μπορεί να είναι παλιμπαιδισμός, μου συμβαίνει όμως, (κι όχι μόνο μετά τα τριάντα και την επακόλουθη κρίση) να κάνω κάτι, να κοιτάω τον εαυτό μου από μακριά και να αναγνωρίζω ένα παλιό κομμάτι μου που νόμιζα ότι είχε πεθάνει.
Όταν ήμουν μικρή, έβλεπα τους «μεγάλους» κι ένιωθα ότι ήταν ένας τελείως διαφορετικός κόσμος. Τώρα μόνο νομίζω άρχισα να καταλαβαίνω ότι δεν είναι και τόσο. Μέσα μας μπορούν να συνυπάρχουν τα συναισθήματα ενός παιδιού με την ωριμότητα ή και σκληρότητα ενός ενήλικα. Το θέμα είναι να αναγνωρίσεις κάπου εκείνο το παιδικό κομμάτι. Πρώτα στον εαυτό σου και μετά, ίσως, και στους άλλους. Μπορείς να τους δεις μετά με μεγαλύτερη καλοσύνη, να συγχωρείς λίγο παραπάνω, να επιτρέπεις στον άλλο να κάνει και καμιά «παιδική» βλακεία.
Επειδή ίσως να το παρατράβηξα λίγο και να έχω εγώ τελικά κάποιο θέμα και συ να με διαβάζεις (αν άντεξες ως εδώ) και να λες «κούκου το κορίτσι», το αφήνω εδώ, με μια ερώτηση; Πόσων νιώθεις;